Αναγκαστικές Προσλήψεις

Με το Ν. 2643/1998, όπως έχει τροποποιηθεί και συμπληρωθεί, θεσπίζεται προστατευτικό πλαίσιο συγκεκριμένων προσώπων σχετικά με την πρόσληψη και απασχόλησή τους. Προστατευόμενα πρόσωπα σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν. 2643/1998 είναι:

α. Οι πολύτεκνοι γονείς με τέσσερα (4) τέκνα και άνω, οι τρίτεκνοι γονείς, ένα από τα τέκνα πολύτεκνης οικογένειας, ένα από τα τέκνα τρίτεκνης οικογένειας και ο επιζών ή ο άγαμος γονέας τριών ανήλικων τέκνων».

β. Τα άτομα, με ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον, που έχουν περιορισμένες δυνατότητες για επαγγελματική απασχόληση εξαιτίας οποιασδήποτε χρόνιας σωματικής ή πνευματικής ή ψυχικής πάθησης ή βλάβης (άτομα με ειδικές ανάγκες), εφόσον είναι γραμμένα στα μητρώα ανέργων αναπήρων του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.). Επίσης προστατεύονται όσοι έχουν τέκνο, αδελφό ή σύζυγο με ποσοστό αναπηρίας 67% και άνω, εξαιτίας βαριών ψυχικών και σωματικών παθήσεων, οι οποίες διαπιστώνονται από τις αρμόδιες υγειονομικές επιτροπές του νόμου αυτού. Κατ` εξαίρεση όταν τα άτομα πάσχουν από νοητική στέρηση ή αυτισμό, για την παροχή της προστασίας απαιτείται ποσοστό αναπηρίας τουλάχιστον πενήντα τοις εκατό."

γ. Όσοι έλαβαν μέρος στην Εθνική Αντίσταση, κατά την έννοια του ν. 1285/1982 (ΦΕΚ 115 Α`) και τα τέκνα τους. Επίσης προστατεύονται: αα) τα μέλη των αντάρτικων ομάδων που έλαβαν μέρος στην Εθνική Αντίσταση κατά την έννοια του ν. 1285/1982, εφόσον έχουν δωδεκάμηνη τουλάχιστον ευδόκιμη υπηρεσία στις ομάδες αυτές, η οποία βεβαιώνεται από τις επιτροπές του π.δ. 379/1983 (ΦΕΚ 136 Α`) και ββ) τα τέκνα, ο επιζών σύζυγος και ο επιζών γονέας προσώπων που εκτελέστηκαν ή πέθαναν από τραύματα ή κακουχίες, εξαιτίας της συμμετοχής τους στην αντιδικτατορική αντίσταση κατά της χούντας των συνταγματαρχών από 21.4.1967 έως 24.7.1974. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με την υπ’ αριθμ. 8/2019 απόφαση του Ανωτάτου Ειδικού Δικαστηρίου (ΑΕΔ) κρίθηκε ότι οι διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1 περ. γ΄ εδάφιο α΄ του ν. 2643/1998, κατά το μέρος που ορίζεται με αυτές ότι στις διατάξεις του υπάγονται «... όσοι έλαβαν μέρος στην Εθνική Αντίσταση, κατά την έννοια του ν. 1285/1982 (ΦΕΚ 115 Α΄) και τα τέκνα τους ...» αντίκεινται στις διατάξεις των άρθρων 4 παρ. 1 και 5 παρ. 1 του Συντάγματος και δεν αρκεί για να τις καταστήσουν ανεκτές συνταγματικώς οι προβλέψεις του ίδιου νόμου για εξαίρεση επιχειρήσεων με ζημίες ή για δυνατότητα απαλλαγής επιχειρήσεων με αναστολή εργασιών. Ομοίως το ΣτΕ με την υπ’ αριθμ. 296/2020 απόφασή του έκρινε ότι οι διατάξεις του άρθρου 1 παρ. 1 περ. γ΄ εδ.α΄ του ν. 2643/1998, με τις οποίες προβλέπεται ως κριτήριο για την αναγκαστική τοποθέτηση η ιδιότητα του αγωνιστή της Εθνικής Αντίστασης ή του τέκνου του θεσπίζουν μη δικαιολογημένη ευμενή μεταχείριση των προσώπων αυτών και αντίκεινται στα άρθρα 4 παρ. 1 και 5 παρ. 1 του Συντάγματος.

δ. Οι ανάπηροι και οι τραυματίες πολέμου ή πολεμικών γεγονότων, όσοι κατέστησαν ανίκανοι από τις κακουχίες της στράτευσης, εφόσον υπηρέτησαν με οποιαδήποτε ιδιότητα στης Ενοπλες Δυνάμεις ή στα Σώματα Ασφαλείας και τα τέκνα τους, τα θύματα πολέμου και οι ανάπηροι πολέμου άμαχου πληθυσμού και τα τέκνα τους, οι ανάπηροι ειρηνικής περιόδου και τα τέκνα τους. Επίσης, προστατεύονται τα τέκνα και ο επιζών σύζυγος των προσώπων που φονεύθηκαν ή εξαφανίστηκαν στα πολεμικά γεγονότα της Κύπρου των ετών 1964, 1967 και 1974.

Όπου με τις διατάξεις του νόμου αυτού παρέχεται προστασία σε περισσότερους από ένα δικαιούχους μιας οικογένειας (γονείς, τέκνα, συζύγους, αδελφούς) η άσκηση του δικαιώματος προστασίας από ένα δικαιούχο αποκλείει τους υπολοίπους.

Από την προστασία που παρέχει ο νόμος αυτός αποκλείονται :

α) όσοι παίρνουν σύνταξη από το Δημόσιο ή οποιοδήποτε ασφαλιστικό οργανισμό κύριας ή επικουρικής ασφάλισης αθροιστικά μεγαλύτερη από το κατώτατο όριο σύνταξης γήρατος που καταβάλλει κάθε φορά το Ι.Κ.Α., εκτός από τους παραπληγικούς - τετραπληγικούς, ημιπληγικούς, κωφούς και τυφλούς κατά την έννοια των διατάξεων του ν. 958/1979, οι οποίοι αποκλείονται εφόσον λαμβάνουν το διπλάσιο της σύνταξης αυτή,

β) όσοι αποκαταστάθηκαν με τις διατάξεις του ν. 1487/1950 (ΦΕΚ 179 Α`),

γ) όσοι στερήθηκαν τα πολιτικά τους δικαιώματα σύμφωνα με τα άρθρα 59, 60, 61 και 62 του Ποινικού Κώδικα και,

δ) όσοι πήραν μέρος ως πρωταίτιοι στο πραξικόπημα ανατροπής της νόμιμης Κυβέρνησης της Κύπρου κατά το έτος 1974.

Υπόχρεες επιχειρήσεις

Οι υπόχρεες για την πρόσληψη επιχειρήσεις και ο υπολογισμός του προσωπικού ορίζονται ως εξής:

Α) Ιδιωτικός τομέας: Επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις, ελληνικές ή ξένες, που λειτουργούν στην Ελλάδα με οποιαδήποτε μορφή, καθώς και οι θυγατρικές τους εταιρείες, εφόσον απασχολούν προσωπικό πάνω από πενήντα (50) άτομα, υποχρεούνται να προσλαμβάνουν προστατευόμενα πρόσωπα του Ν. 2643/1998, σε ποσοστό οκτώ τοις εκατό (8%) επί του συνόλου του προσωπικού της επιχείρησης ή της εκμετάλλευσης. Το ποσοστό αυτό κατανέμεται στις προστατευόμενες κατηγορίες προσώπων του άρθρου 1, όπως λεπτομερώς αναφέρεται στο άρθρο 2 του Ν. 2643/1998.

Από τον αριθμό των προσώπων που προκύπτει ότι, υποχρεούται να προσλάβει η επιχείρηση ή εκμετάλλευση, αφαιρούνται κατά κατηγορία προστασίας τα πρόσωπα που συγκεντρώνουν τις προϋποθέσεις υπαγωγής στον παρόντα νόμο κι έχουν προσληφθεί οικειοθελώς από την επιχείρηση ή εκμετάλλευση.

Εξαιρούνται από την υποχρέωση αυτή, οι επιχειρήσεις ή εκμεταλλεύσεις που εμφανίζουν στους ισολογισμούς τους αρνητικό αποτέλεσμα (ζημία) στις δύο (2) αμέσως προηγούμενες από το έτος προκήρυξης χρήσεις.

Β) Δημόσιος και ευρύτερος δημόσιος τομέας: Οι φορείς του δημόσιου τομέα που αναφέρονται κατωτέρω, που απασχολούν προσωπικό πάνω από πενήντα (50) άτομα, εφόσον δεν υποχρεούνται να προσλάβουν προσωπικό μέσω Α.Σ.Ε.Π. και εφόσον δεν εμφανίζουν στους ισολογισμούς τους αρνητικό αποτέλεσμα (ζημία) στις δύο (2) αμέσως προηγούμενες από το έτος προκήρυξης χρήσεις, υποχρεούνται να προσλαμβάνουν προστατευόμενα πρόσωπα σε ποσοστό δέκα τοις εκατό (10%), το οποίο κατανέμεται στις προστατευόμενες κατηγορίες προσώπων του άρθρου 1 του Ν. 2643/1998 με την σειρά προτεραιότητας που αναφέρεται αναλυτικά στην διάταξη του άρθρου 2 του ίδιου ως άνω νόμου.

Οι φορείς αυτοί είναι:

-  δημόσιες επιχειρήσεις και δημόσιοι οργανισμοί και τις θυγατρικές αυτών

- ν.π.ι.δ. που ανήκουν στο κράτος ή επιχορηγούνται τακτικώς από κρατικούς πόρους κατά 50% τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους ή στα οποία το κράτος κατέχει το 51% τουλάχιστον του μετοχικού τους κεφαλαίου.

- ν.π.δ.δ. ή Ο.Τ.Α. κάθε βαθμίδας ή ΚΕΔΚΕ και τοπικές ενώσεις δήμων και κοινοτήτων, που είτε επιχορηγούνται από τους φορείς αυτούς, τακτικώς κατά πενήντα τοις εκατό (50%) τουλάχιστον του ετήσιου προϋπολογισμού τους, σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις ή τα οικεία καταστατικά, είτε έχουν μετοχικό κεφάλαιο, το πενήντα ένα τοις εκατό (51%) τουλάχιστον του οποίου κατέχουν οι παραπάνω φορείς.».

Ειδικές περιπτώσεις πρόσληψης (άρθρο 2 παρ. 10 και 11 του Ν. 2643/1998)

Α) Οι οργανισμοί κοινής ωφέλειας, οι τράπεζες και οι φορείς του δημόσιου τομέα που αναφέρονται παραπάνω, υποχρεούνται, πέρα από τα προστατευόμενα πρόσωπα που οι φορείς αυτοί προσλαμβάνουν σύμφωνα τις διατάξεις του νόμου, να προσλαμβάνουν:

- Κατά ποσοστό 80% των κενών θέσεων τηλεφωνητών οικιακών τηλεφωνικών κέντρων, τυφλούς πτυχιούχους των σχολών εκπαίδευσης τυφλών τηλεφωνητών, που εποπτεύονται από τα Υπουργεία Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Υγείας. Τυχόν κλάσμα που προκύπτει κατά τον υπολογισμό του αριθμού των θέσεων, εάν υπερβαίνει τη μισή μονάδα, υπολογίζεται ως ακέραιη μονάδα.

-  Κατά ποσοστό (1/5 των κενών θέσεων κλητήρων, νυχτοφυλάκων, καθαριστών- καθαριστριών, θυρωρών, κηπουρών και τραπεζοκόμων, θύματα πολέμου, αναπήρους πολεμικής ή ειρηνικής περιόδου και αναπήρους πολέμου άμαχου πληθυσμού και αναπήρους του πρώτου εδαφίου της περίπτωσης β` της παραγράφου 1 του άρθρου 1 ή τέκνα των αναπήρων πολέμου ή της Εθνικής Αντίστασης ή θανόντων αναπήρων πολέμου ή της Εθνικής Αντίστασης, εφόσον κατοικούν στην περιφέρεια όπου προσλαμβάνονται και είναι σε θέση να εκτελέσουν την εργασία που τους ανατίθεται.

Β) Οι φορείς του δημόσιου τομέα που αναφέρονται παραπάνω υποχρεούνται να προσλαμβάνουν ως δικηγόρους προστατευόμενα πρόσωπα του άρθρου 1 του Ν. 2643/1998, σε ποσοστό οκτώ τοις εκατό (8%) επί του συνολικού αριθμού των δικηγόρων που απασχολούνται στη νομική τους υπηρεσία. Η κατανομή του ποσοστού αυτού στις κατηγορίες των προστατευόμενων προσώπων γίνεται σύμφωνα με την παράγραφο 1.

Ο αρμόδιος περιφερειακός διευθυντής του ΟΑΕΔ, με απόφασή του, ύστερα από σύμφωνη γνώμη της οικείας Επιτροπής του άρθρου 9, μπορεί να απαλλάσσει από την υποχρέωση πρόσληψης ή να περιορίζει το ποσοστό υποχρεωτικής πρόσληψης σε επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις ή φορείς που έχουν ουσιαστικά αναστείλει τις εργασίες τους ή δεν μπορούν να συνεχίσουν επωφελώς τη λειτουργία τους. Με την ίδια διαδικασία μπορεί να επιτρέπεται στις παραπάνω επιχειρήσεις, εκμεταλλεύσεις ή φορείς να απολύουν όλους ή ορισμένους από τους προστατευόμενους, που έχουν τοποθετηθεί σε αυτές αναγκαστικά με οποιονδήποτε νόμο καταγγέλλοντας τη σύμβαση εργασίας τους. Για την έκδοση της παραπάνω απόφασης, η ενδιαφερόμενη επιχείρηση υποβάλλει στον αρμόδιο περιφερειακό διευθυντή του ΟΑΕΔ σχετική αίτηση που συνοδεύεται από όλα τα απαραίτητα για την υποστήριξή της στοιχεία.

Διαδικασία:

Η διαδικασία των αναγκαστικών τοποθετήσεων υλοποείται μέσω προκήρυξης που καταρτίζει η αρμόδια υπηρεσία του ΟΑΕΔ (περιφερειακή διεύθυνση ή ΚΠΑ2), η οποία περιλαμβάνει το σύνολο των θέσεων εργασίας των υπόχρεων φορέων που θα καλυφθούν από προστατευόμενα πρόσωπα, κατά περιφερειακή ενότητα, φορέα, κατηγορία προστασίας, κλάδο και ειδικότητα, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο 4 του άρθρου 6 του Ν. 2643/1998.

Οι προστατευόμενοι, προκειμένου να τοποθετηθούν ή διατεθούν σε εργασίες, υποχρεούται να υποβάλουν αίτηση σε ειδικό έντυπο, προσκομίζοντας και τα αιτούμενα για κάθε περίπτωση δικαιολογητικά όπως λεπτομερώς περιγράφονται στην υπ’ αριθμ. ΥΑ οικ.200270/2005 (ΦΕΚ Β΄ 503/14.4.2005. Οι προθεσμίες και οι σχετικές προϋποθέσεις αναφέρονται αναλυτικά στο άρθρο 2 του Ν. 2643/1998, όπως ισχύει σήμερα μετά τις τροποποιήσεις του.

Μετά την κατάρτιση οριστικού πίνακα, οι Επιτροπές του άρθρου 9 του Ν. 2643/1998 τοποθετούν με απόφασή τους τα προστατευόμενα πρόσωπα στις θέσεις εργασίας ιδιωτικών επιχειρήσεων, εκμεταλλεύσεων και φορέων της παραγράφου 1, εντός αποκλειστικής προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από την αποστολή σε αυτές του οριστικού πίνακα μοριοδότησης.

Τοποθέτηση προστατευομένων:

Η τοποθέτηση των προστατευόμενων προσώπων, στους οποίους περιλαμβάνονται και οι δικηγόροι γίνεται από την Επιτροπή του άρθρου 9 του Ν. 2643/1998 και είναι υποχρεωτική για τον εργοδότη. Η τοποθέτηση αυτή γίνεται με την ιδιότητα του δικηγόρου, υπαλλήλου ή εργατοτεχνίτη, ανάλογα με τα προσόντα του προστατευομένου και τη σύνθεση του προσωπικού που απασχολείται στην επιχείρηση ή στην εκμετάλλευση ή στο φορέα δημοσίου τομέα. Οι τοποθετούμενοι εξομοιώνονται πλήρως, ανάλογα με τα προσόντα τους, με το υπόλοιπο προσωπικό, ως προς τους όρους εργασίας, την αμοιβή, τις προαγωγές και γενικά τις συνθήκες εργασίας, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων του άρθρου 11 του Ν. 2643/1998 για την απόλυσή τους.

Ο τοποθετούμενος υποχρεούται, μέσα σε ένα μήνα απο την κοινοποίηση σε αυτόν της απόφασης για την τοποθέτησή του, να παρουσιαστεί στην επιχείρηση ή στην εκμετάλλευση ή στο φορέα για να αναλάβει υπηρεσία. Αν μέσα στην ανωτέρω προθεσμία ο τοποθετούμενος δεν παρουσιασθεί ή δεν δεχθεί τη θέση στην οποία τοποθετήθηκε από την Επιτροπή, χάνει την προστασία που του παρέχει ο νόμος, εκτός εάν συντρέχουν, κατά την κρίση της Επιτροπής, σοβαροί λόγοι που δικαιολογούν τη μη ανάληψη υπηρεσίας, οπότε η Επιτροπή τον τοποθετεί πάλι στην ίδια ή άλλη επιχείρηση.

Προστατευόμενοι που είχαν απασχοληθεί σε μία επιχείρηση, ύστερα από αναγκαστική ή μη τοποθέτησή τους σε αυτή, δεν τοποθετούνται στην ίδια επιχείρηση, εκτός αν η επιχείρηση αυτή συναινεί εγγράφως.

Προστατευόμενοι, των οποίων η τοποθέτηση ανακλήθηκε δύο φορές ύστερα από αίτησή τους που υποβλήθηκε μετά από την ανάληψη υπηρεσίας χάνουν την προστασία που παρέχει ο νόμος αυτός.

Η άρνηση του εργοδότη να απασχολήσει τον αναγκαστικά τοποθετηθέντα μισθωτό – συγκεκριμένα όταν αποκρούει την πραγματική και προσήκουσα προσφορά των υπηρεσιών του μισθωτού – συνεπάγεται την υπερημερία του, με υποχρέωση να καταβάλλει τις αποδοχές του μισθωτού για το χρόνο που δεν τον απασχολεί, η οποία δεν αίρεται με την άσκηση προσφυγής.

Κατά των αποφάσεων της Επιτροπής χωρεί προσφυγή στη Δευτεροβάθμια Επιτροπή για τη νομιμότητα ή σκοπιμότητα των τοποθετήσεων, ανακλήσεων ή της διάθεσης των προσταυτεομένων προσώπων. Δικαίωμα προσφυγής έχουν οι υπόχρεοι εργοδότες, τα προστατευόμενα πρόσωπα και κάθε τρίτος που έχει έννομο συμφέρον. Η προσφυγή ασκείται μέσα σε αποκλειστική προθεσμία 30 ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης.

Αντικατάσταση τοποθετούμενου:

Κάθε εργοδότης, στον οποίο τοποθετείται προστατευόμενος του νόμου αυτού, έχει δικαίωμα να ζητήσει οποτεδήποτε από την Επιτροπή που έκανε την τοποθέτηση, την αντικατάστασή του για υπαίτια ή ανυπαίτια ακαταλληλότητα, αφού τον απασχολήσει τουλάχιστον δύο (2) μήνες. Η άσκηση του δικαιώματος αυτού γίνεται με αίτηση στην οποία περιέχονται αναλυτικά οι λόγοι για τους οποίους ζητείται η αντικατάσταση και επισυνάπτεται κάθε σχετικό αποδεικτικό στοιχείο. Η αίτηση είναι απαράδεκτη αν δεν κοινοποιηθεί με δικαστικό επιμελητή από τον αιτούντα εργοδότη στον ενδιαφερόμενο τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες πριν από τη συζήτησή της στην Επιτροπή. Ο προστατευόμενος κατά του οποίου στρέφεται η αίτηση δύναται να παρασταθεί κατά τη συζήτησή της αυτοπροσώπως ή με εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο του και να αναπτύξει εγγράφως ή προφορικά τις απόψεις του. Η απόφαση της Επιτροπής για την αντικατάσταση του προστατευόμενου κοινοποιείται στον εργοδότη, το αργότερο μέσα σε ένα δίμηνο από την υποβολή της αίτησής του. Μέχρι την κοινοποίηση της απόφασης στον εργοδότη ή μέχρι τη λήξη του διμήνου, αν δεν γίνει κοινοποίηση, ο προστατευόμενος εξακολουθεί να εργάζεται και να αμείβεται από τον εργοδότη. Ο προστατευόμενος χάνει την προστασία, αν αντικατασταθεί δύο φορές με απόφαση της Επιτροπής, για υπαίτια ακαταλληλότητα.

Ετήσια κανονική άδεια με αποδοχές: Η ετήσια κανονική άδεια με αποδοχές των μισθωτών, που προβλέπεται από τις κείμενες διατάξεις, επαυξάνεται κατά έξι (6) εργάσιμες ημέρες για άτομα με ειδικές ανάγκες, καθώς και για αναπήρους, μόνιμους υπαλλήλους του Δημοσίου, των Ο.Τ.Α. και των λοιπών Ν.Π.Δ.Δ., εφόσον συντρέχουν και γι` αυτούς οι ουσιαστικές προϋποθέσεις της παραπάνω διάταξης. Την επαύξηση αυτή δικαιούνται όλα τα παραπάνω άτομα με ειδικές ανάγκες και όλοι οι ανάπηροι ανεξάρτητα από τον τρόπο και το χρόνο της πρόσληψής τους. Ευνοϊκότεροι όροι, που τυχόν προβλέπονται για τη χρονική διάρκεια της ετήσιας άδειας με αποδοχές από άλλες διατάξεις, συλλογικές συμβάσεις εργασίας, διαιτητικές διατάξεις, κανονισμούς ή οργανισμούς, δεν θίγονται με τις διατάξεις του νόμου αυτού.

Λύση σχέσης εργασίας

Η σχέση εργασίας των προσώπων που τοποθετούνται με τις διατάξεις του Ν. 2643/1998 λύεται :

α) Αυτοδικαίως μόλις συμπληρώσουν το όριο ηλικίας που προβλέπεται από τις οικείες διατάξεις και τις προϋποθέσεις για πλήρη συνταξιοδότηση, λόγω γήρατος ή αναπηρίας. Οσοι δεν έχουν τις προϋποθέσεις αυτές διατηρούνται στην επιχείρηση έως ότου τις αποκτήσουν και πάντως όχι πέρα από το εξηκοστό έβδομο (67ο) έτος της ηλικίας τους.

β) Με καταγγελία της σχέσης εργασίας χωρίς αποζημίωση, εφόσον ο προστατευόμενος έχει στερηθεί τα πολιτικά του δικαιώματα σύμφωνα με τα άρθρα 59, 60, 61 και 62 του Ποινικού Κώδικα.

γ) Με καταγγελία, ύστερα από απόφαση της Επιτροπής του άρθρου 9 για τους εξής λόγους: αα) Για παραβάσεις που προβλέπονται από τον αναγνωρισμένο οργανισμό ή κανονισμό της υπηρεσίας ή επιχείρησης ή εκμετάλλευσης, για τις οποίες ορίζεται ως ποινή η απόλυση και ββ) Για αποδεδειγμένη ανεπάρκεια ή για ακαταλληλότητα στην εκτέλεση της εργασίας, που δεν οφείλεται πάντως στα τραύματα ή στην αναπηρία ή για ανάρμοστη συμπεριφορά ή για αντικοινωνική γενικώς διαγωγή.

δ) Με καταγγελία της σχέσης εργασίας αν έχει εκδοθεί, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρθρου 2, απόφαση του αρμόδιου περιφερειακού διευθυντή του Ο.Α.Ε.Δ..

ε) Με καταγγελία της σχέσης εργασίας μετά τη συμπλήρωση των προϋποθέσεων για πλήρη σύνταξη γήρατος, σύμφωνα με τις ισχύουσες κάθε φορά διατάξεις.

Επισημαίνεται ότι οι ανωτέρω περιορισμοί για τη λύση της σύμβασης εργασίας δεν αφορούν μόνο στους αναγκαστικά τοποθετηθέντες με τις διατάξεις και την προβλέπομενη διαδικασία του Ν. 2643/1998, αλλά επεκτείνονται σε όλα τα άτομα με ειδικές ανάγκες που πληρούν τις προϋποθέσεις του άρθρου 1 παρ. 1 εδ. β’ του νόμου αυτού, ανεξαρτήτως εάν έχουν προσληφθεί υποχρεωτικά ή όχι. Επομένως, άτομα με ειδικές ανάγκες που έχουν προσληφθεί οικειοθελώς από τον εργοδότη (χωρίς δηλαδή τη διαδικασία του Ν. 2643/1998) απολαμβάνουν τις άνω ευνοϊκές διατάξεις ως προς τη λύση των συμβάσεων εργασίας τους, υπό τις εξής προϋποθέσεις: α) να έχουν ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον και β) να είναι γραμμένα στα μητρώα ανέργων αναπήρων του Οργανισμού Απασχολήσεως Εργατικού Δυναμικού (Ο.Α.Ε.Δ.).

 

 

 

 

<

Αλφαβητικό Ευρετήριο Εργασιακών Σχέσεων

Επιλέξτε το αντίστοιχο γράμμα από το θέμα που σας ενδιαφέρει (π.χ. Άδεια στο γράμμα Α, Επιδόματα στο Ε κτλ.).

Κατέβασε την App Εφαρμογή μας