Προειδοποίηση απολύσεως

Καταγγελία σύμβασης από τον εργοδότη:
 
Ο πιο συνηθισμένος στην πράξη τρόπος λύσης της εργασιακής σχέσης είναι η καταγγελία της σύμβασης εκ μέρους του εργοδότη (απόλυση). Η καταγγελία εκ μέρους του εργοδότη διακρίνεται σε
  • τακτική (με προειδοποίηση): Τακτική είναι η καταγγελία με προειδοποίηση (προμήνυση), η οποία επιφέρει λύση της εργασιακής σχέσης μετά την πάροδο ορισμένης προθεσμίας από τότε που θα κοινοποιηθεί στον εργαζόμενο. Η τακτική καταγγελία είναι δυνατή μόνο σε υπαλλήλους και όχι σε εργατοτεχνίτες.
  • σε έκτακτη (χωρίς προειδοποίηση): Έκτακτη είναι η καταγγελία χωρίς προειδοποίηση. Η έκτακτη καταγγελία είναι η μοναδική μορφή καταγγελίας για τους εργάτες, αλλά και η πιο συνηθισμένη για τους υπαλλήλους.
 
Προϋποθέσεις έγκυρης έκτακτης καταγγελίας:
 
Είτε πρόκειται για υπαλλήλους, είτε για εργατοτεχνίτες, εφόσον συνδέονται με σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου, για να είναι έγκυρη η απόλυσή τους πρέπει να τηρηθούν οι παρακάτω διατυπώσεις:
1) Έγγραφη καταγγελία της σύμβασης εργασίας,
2) Καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης και
3) Καταχώρηση της απασχόλησης του απολυόμενου στα τηρούμενα για τον ΕΦΚΑ μισθολόγια και η ασφάλισή του (άρθρο 2 Ν. 2556/1997).
 
Ο εργοδότης υποχρεούται να αναγγέλλει, με ηλεκτρονική υποβολή του σχετικού εντύπου, στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ την καταγγελία της σύμβασης εργασίας εντός 4 εργασίμων ημερών από την ημέρα της καταγγελίας (άρθρο 38 Ν. 4488/2017). Η παράλειψη της τελευταίας αυτή υποχρέωση του εργοδότη δεν καθιστά την καταγγελία άκυρη, αλλά επιφέρει διοικητικές και ποινικές κυρώσεις για τον εργοδότη.
 
Όταν η διάρκεια της σύμβασης εργασίας είναι μικρότερη του 1 έτους, ο εργοδότης οφείλει να καταγγείλει εγγράφως τη σύμβαση εργασίας, δηλαδή οφείλει να επιδώσει έγγραφη καταγγελία, χωρίς όμως να υποχρεούται να καταβάλει αποζημίωση.
 
Υποχρέωση κοινοποίησης: Κατά την έννοια του νόμου, η καταγγελία της σύμβασης εργασίας θεωρείται ισχυρή και έγκυρη και παράγει έννομα αποτελέσματα , μόνο αφότου περιέλθει στον απολυόμενο μισθωτό το έγγραφο της καταγγελίας. Δεν αρκεί να λάβει κανείς απλώς γνώση της απόλυσης, όπως π.χ. με προφορική ανακοίνωση από τον εργοδότη ή με την απλή επίδειξη του εγγράφου στο μισθωτό, αφού η απλή γνώση δεν πληροί το γράμμα, το πνεύμα και το σκοπό του νόμου. Στην πράξη, μετά την έναρξη λειτουργίας του ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ, συμπληρώνεται το Έντυπο Ε6 από τον εργοδότη και παραδίδεται στον απολυόμενο, ο οποίος υπογράφει σε ειδική θέση ότι έλαβε γνώση της καταγγελίας. Αντίγραφο του εν λόγω εντύπου χορηγείται και στον εργαζόμενο.
 
Η μη τήρηση έστω και μίας από τις άνω διατυπώσεις της απόλυσης, επιφέρει ακυρότητα της καταγγελίας και υπερημερία του εργοδότη ως προς την αποδοχή των υπηρεσιών του εργαζόμενου. Συνέπεια της υπερημερίας είναι η υποχρέωση του εργοδότη να καταβάλει τις αποδοχές του εργαζόμενου από την ημέρα της άκυρης απολύσεως μέχρι νέας τυχόν έγκυρης καταγγελίας ή οικειοθελούς αποχωρήσεως του εργαζόμενου ή μέχρι την ημέρα κατά την οποία ο εργοδότης θά αποδεχθεί εκ νέου τις υπηρεσίες του απολυθέντος εργαζόμενου.
 
Για να θεωρηθεί έγκυρη η απόλυση δεν αρκεί η απλή προσφορά της αποζημίωσης, αλλά απαιτείται και να καταβληθεί αυτή πραγματικά και με τον προσήκοντα τρόπο στον απολυόμενο εργαζόμενο, με την έννοια ότι πρέπει να περιέλθει στα χέρια του. Αν ο εργαζόμενος αποδεδειγμένα αρνείται ή δεν προσέρχεται να λάβει την αποζημίωση που του προσφέρει ο εργοδότης, υποχρεούται πλέον ο τελευταίος να την καταθέσει στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων. Σε κάθε περίπτωση, δεν θεωρείται νόμιμη η αποζημίωση που κατατίθεται απευθείας στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, χωρίς να έχει προηγηθεί η προσήκουσα προσφορά αυτής στον εργαζόμενο. Πρέπει δε να σημειωθεί ότι η απόλυση είναι άκυρη, όχι μόνο όταν δεν καταβληθεί η οριζόμενη από το Ν. 2112/1920 ή το Β.Δ. 16/1920 αποζημίωση, αλλά επίσης, και όταν δεν καταβληθεί η πέρα απ’ αυτή πρόσθετη χρηματική αποζημίωση που τυχόν έχει οριστεί με την ατομική σύμβαση εργασίας.
 
Παράλληλα, με την αποζημίωση απόλυσης, ο απολυόμενος εργαζόμενος δικαιούται να λάβει αποδοχές άδειας και επίδομα αδείας, όπως ορίζει ο νόμος.
 
Αν ο εργαζόμενος υπογράψει το έγγραφο της καταγγελίας και λάβει την αποζημίωση μπορεί να προσβάλλει την απόλυσή του;
Αν ο εργαζόμενος αρνηθεί να υπογράψει την παραλαβή του εγγράφου της απόλυσης, τότε αυτή κοινοποιείται μέσω δικαστικού επιμελητή, ενώ η αποζημίωση κατατίθεται στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων στο όνομα του δικαιούχου εργαζόμενου. Αν ο εργαζόμενος παραλάβει το έγγραφο της καταγγελίας ή την αποζημίωση και προσθέσει πριν την υπογραφή του την φράση" με την επιφύλαξη κάθε δικαιώματός μου", τότε δεν χάνει το δικαίωμα να προσβάλει το κύρος της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας του. Είναι, ωστόσο, σκόπιμο να αποφύγει ο εργαζόμενος να υπογράψει έγγραφο στο οποίο περιέχονται ρήτρες παραίτησης από το δικαίωμά του, π.χ. να προσβάλει το κύρος της καταγγελίας ή ότι αποδέχεται την απόλυσή του κ.ά.
 
Προϋποθέσεις έγκυρης τακτικής καταγγελίας:
 
1. Η σύνταξη εγγράφου που κοινοποιείται στον εργαζόμενο, με το οποίο του ανακοινώνεται ότι η σύμβαση εργασίας του θα λυθεί μετά την πάροδο της προθεσμίας προειδοπίησης. Η προφορική καταγγελία είναι άκυρη. Το έγγραφο προειδοποίησης υποχρεούται να το αναγγείλει στο ΠΣ ΕΡΓΑΝΗ εντός προθεσμίας 4 εργασίμων ημερών (άρθρο 38 Ν. 4488/2017). Η τετραήμερη προθεσμία αρχίζει από την επομένη της ημέρας της παράδοσης στον εργαζόμενο του σχετικού εγγράφου. Κατά τη λήξη του χρόνου προειδοποίησης δεν προβλέπεται η υποχρέωση του εργοδότη για νέα αναγγελία της καταγγελίας στον ΟΑΕΔ.
2. Η τήρηση ορισμένου χρόνου προειδοποίησης, ο οποίος είναι ανάλογος με το χρόνο προϋπηρεσίας στον τελευταίο εργοδότη. Συγκεκριμένα:
  • Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από 12 συμπληρωμένους μήνες έως 2 χρόνια, απαιτείται προειδοποίηση 1 μηνός πριν την απόλυση.
  • Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από 2 χρόνια συμπληρωμένα έως 5 χρόνια, απαιτείται προειδοποίηση 2 μηνών πριν την απόλυση.
  • Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από 5 χρόνια συμπληρωμένα έως 10 χρόνια, απαιτείται προειδοποίηση 3 μηνών πριν την απόλυση.
  • Για υπαλλήλους που έχουν υπηρετήσει από 10 χρόνια συμπληρωμένα και πάνω, απαιτείται προειδοποίηση 4 μηνών πριν την απόλυση.
 
3. Καταβολή της αποζημίωσης κατά τη λήξη του χρόνου προειδοποίησης: Ο εργοδότης που προειδοποιεί εγγράφως σύμφωνα με τα πιο πάνω καταβάλει στον απολυόμενο το ήμισυ της αποζημίωσης απόλυσης χωρίς προειδοποίηση. Για τον υπολογισμό της αποζημίωσης απόλυσης λαμβάνεται υπόψη ο χρόνος υπηρεσίας από την ημέρα πρόσληψης μέχρι την προειδοποίηση και όχι ο χρόνος από την προειδοποίηση μέχρι την απόλυση.
 
Διευκρινίζεται ότι με την προειδοποίηση δεν λύεται η σχέση εργασίας, αλλά προσδιορίζεται η ημερομηνία κατά την οποία θα λυθεί αυτή. Δηλαδή το χρονικό σημείο λύσης είναι η ημέρα που λήγει η προθεσμία της προειδοποίησης. Επομένως, η εργασιακή σύμβαση συνεχίζεται ως είχε προ της καταγγελίας και τα δικαιώματα και οι υποχρεώσεις των μερών διατηρούνται ακέραια μέχρι να λήξει ο χρόνος προειδοποίησης.
Εάν η προειδοποίηση δεν γίνει πριν από τον απαιτούμενο χρόνο, αλλά νωρίτερα, θεωρείται ως μη γενόμενη και αυτό έχει σαν συνέπεια ο εργοδότης να έχει την υποχρέωση να καταβάλει ολόκληρη την αποζημίωση σαν να έχει προβεί σε απόλυση χωρίς προειδοποίηση.
 
Τονίζεται ότι σε περίπτωση που ο εργαζόμενος αποχωρήσει από τη θέση εργασίας του πριν την πάροδο της λήξης του χρόνου προειδοποίησης ή απουσιάζει αδικαιολόγητα για μεγάλο χρονικό διάστημα, υπάρχει κίνδυνος να θεωρηθεί ότι αποχώρησε οικειοθελώς, με συνέπεια την απώλεια της αποζημίωσης απόλυσης.
 

(Δείτε επίσης: Καταγγελία Σύμβασης Εργασίας)

<

Αλφαβητικό Ευρετήριο Εργασιακών Σχέσεων

Επιλέξτε το αντίστοιχο γράμμα από το θέμα που σας ενδιαφέρει (π.χ. Άδεια στο γράμμα Α, Επιδόματα στο Ε κτλ.).

Κατέβασε την App Εφαρμογή μας